Γιάννης Τσαρούχης: ο Πειραιώτης ζωγράφος και διανοούμενος που σημάδεψε την Ελληνική Τέχνη του 20ου αιώνα.

Ο Γιάννης Τσαρούχης γεννήθηκε στον Πειραιά στις 13 Ιανουαρίου 1910, όντας ο δεύτερος υιός του εμπόρου εξ Αρκαδίας Αθανασίου Τσαρούχη και της Μαρίας Μοναρχίδη με καταγωγή από τα Ψαρά.
Το νεοκλασικό κτίριο στο οποίο είδε για πρώτη φορά το φως, στη συμβολή της λεωφόρου Βασιλέως Γεωργίου με την οδό Λουκά Ράλλη δεν υφίσταται πια. «Γεννήθηκα στο τελευταίο πάτωμα ενός σπιτιού τρίπατου στην οδό Λουκά Ράλλη και Βασιλέως Γεωργίου, στον Πειραιά. Όπως τα περισσότερα νέα σπίτια στον Πειραιά, ήταν νεοκλασικό. Όσο θυμάμαι, δύο μόνο δεν ήταν νεοκλασικά. Το ένα ήταν σαν μεσαιωνικό κάστρο και το άλλο Art Nouveau. Το τελευταίο γρήγορα μεταποιήθηκε για να συμμορφωθεί με τα άλλα».
πλ αλεξ
Μέρος των παιδικών του χρόνων (1920-1925), ο μεγάλος Πειραιώτης ζωγράφος, το πέρασε στην πολυτελή οικία (έπαυλη) της οικογενείας Μεταξά, κοντά στη θεία του Δέσποινα Μεταξά, η οποία ήταν αδερφή της μητέρας του.
«Φυσικά υπήρχαν και τα μικρά παλιά σπίτια που ‘χαν αυλή και κάμαρες γύρω γύρω. Απέναντι στο σπίτι που γεννήθηκα ήταν το σπίτι της θείας μου, της αδελφής της μητέρας μου, που ήταν χήρα και πλούσια. Τα παιδιά της ήταν όλα μεγαλύτερα από μένα…Στα σαλόνια της θειας μου σχεδιασμένα απ’ τον Τσίλλερ και επιπλωμένα απ’ τον στενό του συνεργάτη Χάιμαν συνέβαιναν παράταιρα πράγματα. Πότε έβλεπες ιεράρχες με επικαλύμμαυχα που η ευλαβής θεία μου εδέχετο με σέβας και υπερηφάνεια, πότε καλογήρους του Αγίου Όρους που έφερναν εικόνες των Ιωσαφαίων για πούλημα, πότε την ηθοποιό Κυβέλη κι ένα σωρό προξένους και πρεσβευτάς. Σ’ αυτό το σπίτι με τα πολυτελή χρυσοποίκιλτα ταβάνια και τους απαλόχρωμους ταμπλάδες των τοίχων δεν υπήρχαν έργα ζωγραφικής κρεμασμένα. Υπήρχαν μόνο φωτογραφίες φυσικού μεγέθους, αναρτημένες πολύ ψηλά κοντά στο ταβάνι με κορνίζες χρυσές με ωοειδή πασπαρτού περίτεχνα και χρυσοποίκιλτα. Υπήρχαν επίσης μεγάλες χρωμολιθογραφίες που παρίσταναν κοριτσάκια ή χανούμισσες με ξέπλεκα μαλλιά, στολισμένα με διαμαντένια μισοφέγγαρα. Ένα μόνο έργο ζωγραφικής υπήρχε που παρίστανε ένα στρατιώτη τρία τέταρτα με μαύρο φόντο. Άκουγα συνεχώς ότι σκοτώθηκε στον πόλεμο. Αργότερα κρεμάστηκαν έργα ζωγραφικής που πιθανόν προέρχονταν από χρέος ή ήσαν δώρα ευεργετηθέντος. Πολλά ήταν δουλεμένα με την σπάτουλα και άγνωστο γιατί τα έλεγαν γερμανική ζωγραφική.
…Στο σπίτι αυτό, όπως είπα, εσύχναζαν πολλοί πρεσβευτές και πρόξενοι’ επίσης η ηθοποιός Κυβέλη και μετά μια ορισμένη εποχή η Ελένη Παπαδάκη. Στο σπίτι αυτό είδα δυο γάμους στα καταστόλιστα με τριαντάφυλλα σαλόνια του και τον πρώτο θάνατο της οικογενείας, της θείας μου. Μέσα στα ίδια σαλόνια ντυμένα με μαύρα τούλια και κορδέλλες πένθιμες και πολλά λουλούδια και ανθισμένες αμυγδαλιές.
Στο σπίτι της θείας μου εφιλοξενήθηκα από το 1920 ως το 1925 επειδή έλειπαν στο εξωτερικό οι γονείς μου.’».
Το θλιβερό γεγονός για το σύγχρονο Πειραιά είναι ότι στο συγκεκριμένο νεοκλασικό δεν υπάρχει ούτε μία αναφορά να θυμίζει τη διαμονή του Γιάννη Τσαρούχη.
«Στον Πειραιά έμενε και μια άλλη θεία που κατοικούσε στην οδό Πραξιτέλους που ‘χε δυο αγόρια και τρία κορίτσια που έκαναν παρέα μ’ ένα νεαρό, όχι και πολύ πλούσιο, που λεγόταν Σταύρος Νιάρχος.
…Το να βγεις περίπατο στον Πειραιά εκείνη την εποχή ήταν σα να σεργιανίζεις σε μία γιγάντια σκηνογραφία με βράχια και ωραία σπίτια με αγάλματα και αετώματα. Όταν κάποτε είδα σ’ ένα βιβλίο γαλλικό την εικόνα ενός τοπίου του Κλωντ Λοραίν, ρώτησα αν ήταν ο Πειραιάς την παλιά εποχή.
…Αισθανόμουν από τότε ότι η εύτακτη οικογένειά μου έβλεπε σ’ αυτή την δραστηριότητά μου μόνο αιτία λερώματος και ακαταστασίας των δωματίων. Στο νέο σπίτι που πήγαμε, το 1917 αν θυμάμαι καλά, πάλι στην οδό Λουκά Ράλλη όλα τα ταβάνια ήταν ζωγραφισμένα από έναν Ιταλό ζωγράφο».
οδος ευπλοίας
Παρότι η οικογένεια Τσαρούχη μετακόμισε το 1927 στην Αθήνα, ο Πειραιάς ρίζωσε βαθιά μέσα στον καλλιτέχνη, τόσο για το μεγαλοαστικό περιβάλλον στο οποίο ανατράφηκε και τον επηρέασε καλλιτεχνικά, όσο και για τις φτωχές λαϊκές συνοικίες όπου συχνά πραγματοποιούσε αποδράσεις κατά τα παιδικά του χρόνια.
πασαλ
Τα πρώτα του έργα τα εξέθεσε το 1929 στο “Άσυλο Τέχνης”. Η επιτυχία που σημείωσε τον οδήγησε στη συνέχεια να φοιτήσει στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών του Μετσόβιου Πολυτεχνείου (1929 – 1935) με καθηγητές τους Ιακωβίδη, Βικάτο και Παρθένη. Παράλληλα μαθήτευσε κοντά στον Κόντογλου (1931 – 1934), ο οποίος τον μύησε στη βυζαντινή αγιογραφία, ενώ μελέτησε την λαϊκή αρχιτεκτονική και ενδυμασία. Μαζί με τους Πικιώνη, Κόντογλου και Αγγ. Χατζημιχάλη πρωτοστάτησε στο αίτημα της εποχής για την ελληνικότητα της τέχνης.

Την περίοδο 1935-1936, αφού πρώτα επισκέφτηκε την Κωνσταντινούπολη, ταξίδεψε στο Παρίσι και στην Ιταλία. Επισκεπτόμενος τα διάφορα μουσεία ήρθε σε επαφή με δημιουργίες της Αναγέννησης και του Ιμπρεσιονισμού καθώς και με τα σύγχρονα καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής του. Ανακάλυψε το έργο του Θεόφιλου και γνώρισε καλλιτέχνες όπως ο Ματίς και ο Τζακομέτι.
Το 1938, δύο χρόνια μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα πραγματοποίησε την πρώτη του ατομική έκθεση στο κατάστημα Αλεξοπούλου της οδού Νίκης στην Αθήνα με έργα που παρουσίαζαν ιδιαίτερη προσωπικότητα που εξήραν οι τότε τεχνοκριτικοί Παπαντωνίου και Καπετανάκης. Το 1940 επιστρατεύτηκε και υπηρέτησε στο Μηχανικό. Το 1947 πραγματοποίησε 2 ατομικές εκθέσεις με υδατογραφίες και θεατρικά προσχέδια. Το 1950 μετέβη εκ νέου στο Παρίσι όπου ένα χρόνο μετά,το 1951, εξέθεσε στο Παρίσι και στο Λονδίνο στη “Ρέτφρη Γκάλερυ”, ενώ το 1953 υπέγραψε συμβόλαιο με τη γκαλερί Ιόλας της Ν. Υόρκης. Το 1956 υπήρξε υποψήφιος για το βραβείο Γκούγκενχαϊμ και το 1958 πήρε μέρος στη Μπιενάλε της Βενετίας. Το 1967 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι. Το 1982 εγκαινιάστηκε το Μουσείο Γιάννη Τσαρούχη στο Μαρούσι, στο σπίτι του καλλιτέχνη, που ο ίδιος μετέτρεψε σε Μουσείο παραχωρώντας την προσωπική συλλογή των έργων του. Παράλληλα λειτουργεί το Ίδρυμα Τσαρούχη με σκοπό τη διάδοση του έργου του ζωγράφου….

Παράλληλα με τη ζωγραφική ο Γιάννης Τσαρούχης ασχολήθηκε και με τη θεατρική σκηνοθεσία και μάλιστα από το 1928. Σχεδίασε σκηνικά και ενδυμασίες για τα θέατρα “Εθνικό” ή “Βασιλικό”, “Κοτοπούλη”, “Δημοτικό” Πειραιώς κ.ά. ειδικά πρόζας καθώς και για το κλασσικό έργο “Ρωμαίος και Ιουλιέττα” που ανεβάσθηκε το 1954, στο τότε Βασιλικό κήπο και σήμερα “Εθνικό”.

Στο έργο του Γιάννη Τσαρούχη εκφράζεται κυρίως η χαρά και το θαύμα της ζωής. Προσπάθησε να ισορροπήσει τις μεγάλες παραδόσεις και να συλλάβει τις αιώνιες καλλιτεχνικές αξίες. Οι πίνακές του περικλείουν αφομοιωμένα πολλά λαϊκά και λαογραφικά στοιχεία ιδιαίτερα του λιμένος του Πειραιά. Θεωρείται από τους μεγαλύτερους σύγχρονους Έλληνες ζωγράφους με διεθνή προβολή και ιδιαίτερα στη Γαλλία. Παράλληλα όμως εργάσθηκε και ως σκηνογράφος τόσο σε ελληνικά όσο και σε ξένα θέατρα με μεγάλη πάντα επιτυχία. Σ΄ αυτόν οφείλεται η καθιέρωση, σχεδόν σε όλες τις σκηνές του ελληνικού κινηματογράφου που γυρίστηκαν σε λαϊκά κέντρα, της παρουσίας του ναύτη είτε σε χορό είτε όχι, θεωρούμενη μάλιστα και απαραίτητη. Το 1977 ανέβασε ο ίδιος τις Τρωάδες του Ευριπίδη σε δική του νεοελληνική απόδοση με δική του διδασκαλία & σκηνογραφία.
«Ένας επαναστάτης δε γίνεται να ‘ναι συνάμα και κλασικός. Αλλά με τον Τσαρούχη γίνεται», θα γράψει ο Οδυσσέας Ελύτης, ενώ ο ίδιος ο Τσαρούχης θα πει για τον εαυτό του «είμαι ερευνητής με μεγάλη περιέργεια που ενθουσιάζεται κάθε τόσο απ’ τις ανακαλύψεις του για μια στιγμή και ύστερα απογοητευμένος ψάχνει αλλού».
Ο Γιάννης Τσαρούχης έφυγε από τη ζωή στις 29 Ιουλίου 1989 αφήνοντας πίσω του ένα τεράστιο έργο και το Ίδρυμα Γιάννη Τσαρούχη.

About kymaeditor

Check Also

American Space Piraeus: Εκδήλωση ενημέρωσης για το πρόγραμμα μαθητικής ανταλλαγής Flex 2025-26

Το American Space Piraeus διοργανώνει στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Πειραιά (Ελ. Βενιζέλου 22, 18531) ενημερωτική εκδήλωση …

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *