Σημαντικές πολιτικές κινήσεις υποδηλώνουν την επανεκκίνηση των διαδικασιών για την αξιοποίηση του λιμανιού του Πειραιά σύμφωνα με άρθρο της Καθημερινής της Κυριακής. Στο πλαίσιο της αξιοποίησης περιλαμβάνεται και η πώληση ποσοστού όχι χαμηλότερου του 51% του ΟΛΠ.
Οι πολιτικές και όχι μόνον εξελίξεις που επιβεβαιώνουν την επανεκκίνηση της διαδικασίας είναι: Πρώτον, η τηλεφωνική συνομιλία του Κινέζου πρωθυπουργού με τον Ελληνα ομόλογό του την Τρίτη του Πάσχα. Δεύτερον, η επιστολή του ΤΑΙΠΕΔ προς την Cosco και τις υπόλοιπες εταιρείες που ενδιαφέρονται για τον διαγωνισμό, την επομένη. Τρίτον, η εκ νέου συμμετοχή κινεζικού fund στη δημοπρασία εντόκων γραμματίων του ελληνικού Δημοσίου την Τετάρτη. Τέταρτον, οι διεργασίες για τη σύσταση κοινοβουλευτικής ομάδας φιλίας Ελλάδας – Κίνας, που συμφώνησε ο πρέσβης της Κίνας στην Ελλάδα Ζου Ξιαολί με την πρόεδρο της Βουλής Ζ. Κωνσταντοπούλου τη Μεγάλη Πέμπτη, ώστε να ενημερωθούν οι βουλευτές για τις θετικές επιπτώσεις από τη δραστηριοποίηση της Cosco στον Πειραιά. Και, πέμπτον, οι δηλώσεις του αναπληρωτή υπουργού Ναυτιλίας Θ. Δρίτσα, ο οποίος ανακοίνωσε πως οι αποφάσεις για τον Πειραιά λαμβάνονται σε ανώτατο κυβερνητικό επίπεδο, παραπέμποντας στο Μαξίμου.
Το χρονοδιάγραμμα για την όλη διαδικασία ξεκινά εκτός απροόπτου, σύμφωνα με την Καθημερινή , στις αρχές Μαΐου.
Στην τηλεφωνική συνομιλία Αλ. Τσίπρα – Λι Κετσιάνγκ, η οποία προετοιμαζόταν διπλωματικά από τη Μεγάλη Εβδομάδα, ο Ελληνας πρωθυπουργός σύμφωνα με κινεζικές πηγές, διαβεβαίωσε τον Κινέζο ομόλογό του πως η Αθήνα «υποστηρίζει σθεναρά και επιταχύνει ενεργά το project της συνεργασίας στον Πειραιά, εκφράζοντας την ελπίδα πως η Ταχεία Γραμμή Ξηράς – Θάλασσας μεταξύ της Κίνας και της Ευρώπης θα ολοκληρωθεί το συντομότερο δυνατόν». Εισέπραξε μάλιστα για μια ακόμη φορά το μήνυμα πως είναι η διεύρυνση της συνεργασίας στον Πειραιά που «θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη άλλων κινεζικών εταιρειών να επενδύσουν στην Ελλάδα».
Σύμφωνα με το επικρατέστερο μοντέλο αξιοποίησης, το 51% φέρεται να είναι δεδομένο, ενώ εξετάζεται και η συμπερίληψη εκχώρησης δικαιωμάτων πρώτης άρνησης ή άλλης option αγοράς για το υπόλοιπο 23% περίπου, που θα διατηρήσει το Δημόσιο, στον επενδυτή που θα ανακηρυχθεί πλειοδότης. Παράλληλα, ο επενδυτής θα δεσμευτεί με τη νέα σύμβαση παραχώρησης, για συγκεκριμένες επενδύσεις, αλλά και για εργασιακά και άλλα θέματα δημοσίου και κοινωνικού ενδιαφέροντος. Στον διαγωνισμό συμμετέχουν και η Maersk, η Ports America, η ICTS και η Utilico.