«Αυλαία» στη δίκη του πρώην προέδρου του Γηροκομείου Αθηνών Ν. Μπούμπα και των δύο πρώην μελών του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιδρύματος Α. Διονυσόπουλου και Ε. Γρινιεζάκη, με την απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων της Αθήνας να τους κηρύσσει ενόχους για κακοδιαχείριση, μετά από ακροαματική διαδικασία περίπου δύο ετών.
Οι τρεις κατηγορούμενοι κρίθηκαν ένοχοι για απιστία και υπεξαίρεση σε βαθμό κακουργήματος, κατά συναυτουργία και κατ’ εξακολούθηση και ζήτησαν να τους αναγνωριστεί το ελαφρυντικό του σύννομου βίου.
«Ένας ιερέας διδάσκει υπακοή, μετάνοια, συμμόρφωση στους κανόνες και ταπεινοφροσύνη με τη συμπεριφορά του και κανένα από αυτά τα στοιχεία δεν τα βρίσκουμε στη συμπεριφορά και τον χαρακτήρα του αρχιμανδρίτη Ν. Μπούμπα» είχε υπογραμμίσει η εισαγγελέας της Έδρας προτείνοντας την ενοχή όλων των κατηγορουμένων, Ελένη Βασιλειάδου, εμφανιζόμενη βέβαιη για ένα σχέδιο κατασπατάλησης των πόρων του Γηροκομείου το οποίο προκάλεσε ζημία εκατομμυρίων ευρώ και οδήγησε στη χρεοκοπία ένα από τα πλουσιότερα ιδρύματα στη χώρα μας.
«Είχαν προαποφασίσει και συνεννοηθεί να μη γίνει καμία εκμετάλλευση των ακινήτων του Ιδρύματος» τόνισε μεταξύ άλλων η εισαγγελέας επισημαίνοντας πως για χρόνια γινόταν «πάρτι» στο Γηροκομείο, όπου υπήρχε προσωποκεντρική εξουσία από τον Ν. Μπούμπα. «Είχε την πρόθεση να συγκεντρώσει όλη την εξουσία στα χέρια του» είπε η εισαγγελική λειτουργός, προσθέτοντας πως «μέσα από την οικογενειοκρατία και τις προσλήψεις των συγγενικών προσώπων εξυπηρετούσε προσωπικά του συμφέροντα και εξασφάλιζε την απρόσκοπτη διοίκησή του».
Σύμφωνα με την εισαγγελική πρόταση, η εγκατάλειψη των ακινήτων ήταν συνειδητή επιλογή του Ν. Μπούμπα, καθώς δεν υπήρξε καμία οργανωμένη προσπάθεια αξιοποίησής τους τη στιγμή μάλιστα που επρόκειτο για τον βασικό πόρο εισροής εισοδήματος στο σωματείο. Μάλιστα, όπως ανέφερε, ο Ν. Μπούμπας, αν και είχε υποβάλει σωρεία μηνύσεων και αναφορών ώστε να κατοχυρώσει «την εξουσία του», δεν κυνήγησε ποτέ νομικά την «προάσπιση των συμφερόντων και για τη διεκδίκηση των οφειλόμενων».
Όπως είπε, οι μισθώσεις γίνονταν για να εξυπηρετήσουν προσωπικές γνωριμίες του Μπούμπα ή τυχαία όταν δηλαδή ορισμένοι λάμβαναν γνώση από κάποιους εντός του ιδρύματος ή εκτός (π.χ. θυρωροί, γείτονες).
Επισήμανε επίσης πως:
·από τα 700 περίπου ακίνητα ούτε τα μισά δεν ήταν μισθωμένα,
·τα ακίνητα ήταν σε άθλια κατάσταση γιατί είχαν εγκαταλειφθεί και κανείς δεν μεριμνούσε για τη συντήρησή τους, ακόμα και γι’ αυτά που χρειαζόντουσαν μόνο λίγες εκατοντάδες ευρώ,
·ο ίδιος ο Μπούμπας διέμενε σε διαμέρισμα της ΕΕΑ δωρεάν και επιβάρυνε το Γηροκομείο με τα έξοδά του.
Μεταξύ άλλων, η εισαγγελέας αναφέρθηκε και στα βοηθήματα που δόθηκαν χωρίς τα απαραίτητα δικαιολογητικά τη στιγμή που οι υπάλληλοι «δεν είχαν να φάνε».